SΟS από την ιταλική οργάνωση Λεγκαμπιέντε για τα ναυάγια πλοίων που μετέφεραν επικίνδυνα απόβλητα.
Ήταν Ιούλιος του 1985 όταν ο καπετάνιος του μότορσιπ «Νίκος Ι» πριν ξεκινήσει το ταξίδι του από τη Λα Σπέτσια στην Ιταλία συλλαμβάνεται για το φορτίο του πλοίου του.
Από τις αρχές διατάσσεται συντηρητική κατάσχεση και του μότορσιπ και του φορτίου μέχρι νεωτέρας, αλλά λίγες εβδομάδες αργότερα για αδιευκρίνιστους μέχρι σήμερα λόγους δίνεται το πράσινο φως: το «Νίκος Ι» ξεκινάει το ταξίδι του από το ιταλικό λιμάνι δηλώνοντας ως προορισμό τη Λομέ στο Τόγκο. Κανονικά θα έπρεπε να πάει μέσω Γιβραλτάρ, αφού η Λα Σπέτσια βρίσκεται στη Βορειοδυτική Ιταλία και η αφρικανική πρωτεύουσα στη Δυτική Αφρική, αλλά δεν πρόλαβε: αφού πέρασε την Ελλάδα, στην πορεία προς τον Λίβανο βυθίστηκε ανεξήγητα.
Το «Νίκος Ι» είναι μόνο ένα από τα 30 ναυάγια στα οποία μπορεί να υπάρχουν τοξικά και πυρηνικά απόβλητα, σύμφωνα με την ιταλική περιβαλλοντική οργάνωση Λεγκαμπιέντε. Στον χάρτη με τις πιθανές τοποθεσίες των ύποπτων ναυαγίων που έστειλε στα «ΝΕΑ» η Λεγκαμπιέντε, στοιχεία της οποίας βοήθησαν σε εισαγγελικές έρευνες στην Ιταλία για τα ναυάγια πλοίων με ραδιενεργά και τοξικά απόβλητα, φαίνεται ότι 7 από αυτά βρίσκονται δίπλα στους Παξούς, δυτικά της Κεφαλονιάς, δυτικά και νότια της Ζακύνθου, καθώς και στα ανοιχτά της Μεσσηνίας.
Ο φάκελος.
«Συλλέγουμε στοιχεία γι΄ αυτού του είδους τα ναυάγια εδώ και πάνω από δέκα χρόνια. Ως εκ τούτου έχουμε καταρτίσει έναν μεγάλο φάκελο με τα ναυάγια που πιθανώς να έχουν προκληθεί από τη Μαφία για την απόρριψη επικίνδυνων αποβλήτων στον βυθό της Μεσογείου. Κάποια από αυτά τα ύποπτα ναυάγια εντοπίζονται κοντά στην Ελλάδα, συγκεκριμένα στο Ιόνιο», λέει στα «ΝΕΑ» ο κ. Αντόνιο Περγκολίτσι από την ιταλική περιβαλλοντική οργάνωση.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Πυρηνικής Φυσικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Αθανάσιο Γεράνιο, τα βαρέλια στα οποία μεταφέρονται παρανόμως τα ραδιενεργά ή τοξικά απόβλητα, φυσικά δεν κατασκευάζονταν από ανθεκτικά υλικά, που πληρούν τις προδιαγραφές για τη φύλαξή τους. «Η παράνομη διάθεση των αποβλήτων προτιμάται για το χαμηλό κόστος της. Είναι φυσικό λοιπόν να χρησιμοποιήθηκαν για τη μεταφορά σχετικά φθηνά υλικά, που δεν έχουν μεγάλη ανθεκτικότητα. Κατά τη γνώμη μου, δεν αποκλείεται η διάβρωση των βυθισμένων βαρελιών με τα ραδιενεργά ή τα τοξικά να αρχίζει 25 χρόνια μετά την απόρριψή τους», επισημαίνει ο κ. Γεράνιος. Αναφέρει επίσης πως από ένα μεταλλικό δοχείο μισού τόνου γεμάτο με ραδιενεργά απόβλητα μπορεί να διαρρεύσει δεκαπλάσια ποσότητα ραδιενέργειας από αυτή που εκλύθηκε από την πυρηνική βόμβα 15 κιλοτόνων που έπεσε στη Χιροσίμα. Επισημαίνεται ότι το φορτίο του «Κούνσκι», του πλοίου που εντοπίστηκε την προηγούμενη εβδομάδα στα ανοιχτά της παραλίας Τσετράρο στην Καλαβρία, θεωρείται πως αποτελείτο από 120 βαρέλια συνολικού βάρους περίπου 20 τόνων.
Ο εντοπισμός.
«Ο πλέον ενδεδειγμένος τρόπος για να βρεθούν τα ναυάγια είναι με μετρήσεις ραδιενέργειας, μόνο όμως σε περίπτωση κατά την οποία έχει αρχίσει έστω και μικρή διαρροή. Και πάλι, πρέπει να ξέρεις πού έχει γίνει το ναυάγιο για να κάνεις την έρευνα στη συγκεκριμένη περιοχή, δεδομένου ότι μέρος ή όλο το φορτίο μπορεί να έχει παρασυρθεί από τα ρεύματα. Αν δεν υπάρχει διαρροή, τότε είναι πολύ δύσκολο να εντοπιστούν καθώς η ακτινοβολία γάμμα που εκπέμπεται είναι ελάχιστη για να μετρηθεί», λέει ο κ. Γεράνιος. Όπως επισημαίνει ο καθηγητής, «σε περίπτωση που βρεθεί ραδιενεργό ναυάγιο σε μεγάλο βάθος, ο μόνος τρόπος για να ανακτηθούν τα απόβλητα είναι από ειδικό μικρό υποβρύχιο που τα συλλέγει και τα απομονώνει με ασφάλεια».
Μέχρι χθες το βράδυ δεν είχε επιβεβαιωθεί από τις μετρήσεις του ειδικού υποβρύχιου ρομπότ ότι τα βαρέλια με τα απόβλητα στο «Κούνσκι» έχουν διαβρωθεί και διαρρέει ραδιενέργεια στο περιβάλλον. «Αυτή τη φορά είμαστε πιο κοντά από ποτέ στις χειροπιαστές αποδείξεις. Σε περίπτωση που οι υποψίες μας αποδειχθούν σωστές- ότι δηλαδή δεκάδες πλοία στον βυθό της Μεσογείου περιέχουν ραδιενεργά και τοξικά απόβλητα- οι επιπτώσεις θα είναι καταστροφικές για ολόκληρη την περιοχή», επισημαίνει ο κ. Περγκολίτσι από την περιβαλλοντική οργάνωση Λεγκαμπιέντε.
ΑΠΟ ΕΝΑ ΔΟΧΕΙΟ μισού τόνου με απόβλητα μπορεί να διαρρεύσει δεκαπλάσια ραδιενέργεια… μιας Χιροσίμα. Το μεγάλο κόλπο της μαφίας με τη βύθιση των πλοίων.
ΚΑΛΑΒΡΕΖΙΚΗ ΜΑΦΙΑ, γνωστοί πολιτικοί και μυστικές υπηρεσίες.
Αυτοί ήταν οι τρεις βασικοί πυλώνες του δικτύου που βύθιζε καράβια με τοξικά απόβλητα στην Ιταλία, το Ιόνιο και την Αφρική, όπως αποκαλύπτει ο μετανοημένος Φραντσέσκο Φόντι, πρώην αφεντικό της Ντρανγκέτα. «Για χρόνια κανείς δεν ήθελε να ακούσει αυτά που έλεγα στους δικαστές» δηλώνει στο περιοδικό «Εspresso».
Ο Φόντι αποκαλύπτει ότι τα φορτία με τα απόβλητα που βύθιζε η μαφία προέρχονταν κυρίως από βιομηχανικές του ιταλικού Βορρά.
Ενδιάμεσος ήταν ένας πράκτορας των μυστικών υπηρεσιών του στρατού, ενώ δύο πολιτικοί που έπαιζαν σημαντικό ρόλο στην επιχείρηση ήταν ο Τζάνι ντε Μικέλις, υπουργός Εξωτερικών στις κυβερνήσεις του Μπετίνο Κράξι, και ο Τσιρίακο ντε Μίτα, πρωθυπουργός το 1988 και πρόεδρος της Χριστιανοδημοκρατίας επί σειρά ετών. Σύμφωνα με τον Φόντι, η αμοιβή για κάθε φορτίο που κατέληγε στον βυθό άρχιζε από 4 δισ. λιρέτες και μπορούσε να φτάσει τα 30 δισ. Σε μερικές περιπτώσεις τα χρήματα είχαν κατατεθεί σε τράπεζες της Κύπρου.
«Δεν έχουμε μετρήσει ραδιενέργεια»
«Δεν έχουμε μετρήσει ραδιενέργεια»
ΕΤΟΙΜΗ να κάνει μετρήσεις μόλις αποδειχθεί ότι έχουν ναυαγήσει πλοία με τοξικά ή ραδιενεργά απόβλητα κοντά στις ελληνικές ακτές δηλώνει η Ελληνική Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας.
Μιλώντας στα «ΝΕΑ» ο πρόεδρος της Επιτροπής Χρήστος Χουσιάδας τόνισε ότι μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν περισσότερα στοιχεία πέρα από τα ιταλικά δημοσιεύματα, τα οποία έχουν αναπαραχθεί και στον ελληνικό Τύπο. «Η Επιτροπή είναι σε διαρκή επικοινωνία με όλα τα ευρωπαϊκά και διεθνή δίκτυα ατομικής ενέργειας. Ωστόσο, δεν έχει προκύψει κάτι περισσότερο ούτε είχαμε κάποια ειδοποίηση ή ενημέρωση από τις ιταλικές αρχές».
Προσθέτει μάλιστα ότι το 2007 ολοκληρώθηκε ένα πρόγραμμα μετρήσεων ραδιενέργειας από τον Διεθνή Οργανισμό Ατομικής Ενέργειας Ιnternational Scientific Cruise to Αdriatic and Ιonian Seas στα νερά τόσο της Αδριατικής όσο και του Ιονίου, στο οποίο συμμετείχαν ξένα εργαστήρια αλλά και τα εργαστήρια του «Δημοκρίτου» και του ΕΛΚΕΘΕ. «Ωστόσο, τα αποτελέσματα των μετρήσεων αυτών- που σημειωτέον δεν έγιναν λόγω κάποιας υποψίας για ναυάγιο ή ρύπανση- δεν έδειξαν κάτι πέρα από τα συνηθισμένα και φυσιολογικά». Παρόμοιες δειγματοληψίες στο Ιόνιο είχαν γίνει και το διάστημα 1993- 2003 από τον «Δημόκριτο» χωρίς επίσης να προκύψει κάτι το ανησυχητικό.
Νέες μετρήσεις.
«Αν διαπιστώσουμε ότι υπάρχουν περισσότερα στοιχεία και δεδομένα γι΄ αυτά τα ναυάγια, προφανώς θα επαναλάβουμε τις μετρήσεις κατά τρόπο στοχευμένο πλέον, σε συγκεκριμένα σημεία και αφού λάβουμε υπ΄ όψιν και την κίνηση των θαλάσσιων ρευμάτων στις περιοχές», συμπληρώνει ο κ. Χουσιάδας.
Ο ωκεανογράφος Μάνος Δασενάκης, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, αναφέρει ότι η έκταση της ρύπανσης από αυτά τα ναυάγια εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. «Από τον χρόνο ζωής στη θάλασσα των ουσιών που μετέφεραν, από το αν ήταν καλά συσκευασμένα ή όχι, από τα βάθη στα οποία βρίσκονται». Συνήθως, όπως λέει, στα μεγάλα βάθη κάποιες από τις χημικές ουσίες αραιώνονται. «Πάντως, η καταστροφή των οικοσυστημάτων και των θαλάσσιων οργανισμών σε τοπικό επίπεδο είναι πιθανότατη και είναι βέβαιο ότι η όποια ρύπανση προκαλείται, προστίθεται στη συνολική ρύπανση της Μεσογείου».
Πάντως, ο κ. Δασενάκης συμπληρώνει ότι αν αποδειχθεί πως έχουν ναυαγήσει στο Ιόνιο πλοία που μετέφεραν τοξικά, επειδή εκεί οι θαλάσσιες περιοχές έχουν μεγάλα βάθη μπορεί και οι επιπτώσεις να είναι μικρότερες, «αφού στα μεγάλα βάθη είναι μεγαλύτερη η αραίωση και φτωχά τα οικοσυστήματα». Προσθέτει βέβαια ότι ουδείς μπορεί να γνωρίζει αν η ρύπανση έχει περάσει στην τροφική αλυσίδα μέσω των ψαριών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου